Τι είναι οι γνωστικές προκαταλήψεις;
Στη καθημερινή μας ζωή καλούμαστε συνεχώς να αξιολογήσουμε καταστάσεις και δεδομένα προκειμένου να πάρουμε αποφάσεις με πιθανές μικρές ή μεγάλες συνέπειες για εμάς και τους γύρω μας. Θεωρούμε ότι για να πάρουμε λογικές αποφάσεις χρειάζεται να λάβουμε υπόψη όλες τις διαθέσιμες πληροφορίες, όλο το εύρος των πιθανοτήτων να συμβούν ορισμένα γεγονότα, τα πιθανά κόστη και οφέλη των ενδεχόμενων εκβάσεων. Ωστόσο, τις περισσότερες φορές η νοητική διαδικασία που ακολουθούμε δεν πληροί αυτά τα κριτήρια και αντίθετα, οδηγούμαστε σε μια απόφαση με πιο διαισθητικό τρόπο. Μάλιστα, φαίνεται ότι εμφανίζονται συγκεκριμένες τάσεις οι οποίες αποκλίνουν από τον «λογικό» τρόπο σκέψης όταν αποφασίζουμε και παρουσιάζονται συστηματικά σε διαφορετικές περιστάσεις.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με το Cambridge Dictionary, η γνωστική προκατάληψη ορίζεται ως «ο τρόπος με τον οποίο ένα συγκεκριμένο άτομο κατανοεί γεγονότα, δεδομένα και άλλους ανθρώπους, ο οποίος βασίζεται στο συγκεκριμένο σύνολο πεποιθήσεων και εμπειριών του ίδιου του ατόμου και μπορεί να μην είναι λογικός ή ακριβής». Πρόκειται για ψυχολογικά φαινόμενα που χαρακτηρίζουν τη σκέψη σχεδόν όλων μας, αφορούν όλες τις πτυχές της καθημερινότητας και καταλήγουν σε ανακριβή, διαστρεβλωμένα και λανθασμένα συμπεράσματα. Βασίζονται σε υποσυνείδητες διαισθητικές διαδικασίες που χαρακτηρίζουν την ανθρώπινη συμπεριφορά καθιστώντας ευκολότερη την προσπάθεια εντοπισμού τους σε άλλους παρά στον εαυτό μας, με αποτέλεσμα να αισθανόμαστε υπερβολικά βέβαιοι για τις επιλογές μας παρά την έλλειψη επαρκών πληροφοριών (Kortelling & Toet, 2020).

Το έχεις βιώσει κι εσύ;
Οι γνωστικές προκαταλήψεις όντας ένα οικουμενικό ψυχολογικό φαινόμενο, διαθέτουν προεκτάσεις σε ένα πλήθος ανθρώπινων συμπεριφορών, ειδικότερα εκείνων που έχουν ως επίκεντρο την λήψη αποφάσεων, την αναλυτική σκέψη, την κριτική ικανότητα και τη διαμόρφωση αντιλήψεων καθώς και την συνεπακόλουθη συμπεριφορά που απορρέει από τις προηγούμενες νοητικές διεργασίες. Η απόφαση της αγοράς ενός υλικού αντικειμένου έναντι ενός άλλου, ο τρόπος κατάτμησης των διαφορετικών σταδίων υλοποίησης ενός σχεδίου για την βέλτιστη διαχείριση του χρόνου όπως επίσης και η απόφαση της επένδυσης των χρημάτων σε μια δεδομένη επιχειρηματική δραστηριότητα, αποτελούν παραδείγματα για τα οποία εάν ερωτώμασταν θα υποστηρίζαμε ότι βασίζονται σε συνειδητά κίνητρα και ορθολογικό συλλογισμό.
Ωστόσο, στις περισσότερες περιπτώσεις η λήψη αποφάσεων εκ μέρους μας γίνεται περισσότερο διαισθητικά κάνοντας χρήση ορισμένων νοητικών συντομεύσεων, οι οποίες χαρακτηρίζουν τον ευφυή και αποδοτικό τρόπο με τον οποίο προσεγγίζουμε τη λήψη μια απόφασης η οποία θεωρείται σύνθετη, αβέβαιη ή ακόμη και κρίσιμη από χρονική άποψη. Οι “ευρετικές”, όπως επίσης αποκαλούνται αυτές οι γνωστικές συντομεύσεις, έρχονται σε αντίθεση με την εικόνα του ορθολογικού λήπτη αποφάσεων ο οποίος αναζητά από όλες τις πιθανές πηγές το σύνολο των πληροφοριών που σχετίζονται με την συγκεκριμένη απόφαση, συνυπολογίζει τα πιθανά κόστη και οφέλη των πιθανών εκβάσεων και τελικά επιλέγει την καταλληλότερη διαδοχή δράσεων. Αυτό ισχύει γιατί σύμφωνα με ερευνητικά ευρήματα, οι γνωστικές προκαταλήψεις λειτουργώντας υπέρ της ταχύτητας της επεξεργασίας και του περιορισμού του συνολικού πλήθους πληροφοριών που αξιοποιούνται, δίδουν μεγαλύτερη σημασία στην απλοποίηση οδηγώντας συχνά σε αναπόφευκτα σφάλματα.
Ένα καίριο ερώτημα που έχει διατυπωθεί αφορά το γεγονός ότι δεν απαλλασσόμαστε από τις συγκεκριμένες γνωστικές διαστρεβλώσεις ακόμη και όταν αποκτάμε επίγνωση της διάχυτης δράσης τους. Γιατί λόγου χάριν τείνουμε να αναζητούμε πληροφορίες που επιβεβαιώνουν αντί να αψηφούν την ήδη διαμορφωμένη στάση μας απέναντι σε ένα ζήτημα και να συμφωνούμε με μια πρόταση αντί να διαφωνούμε όταν βρισκόμαστε σε αμφιβολία; Πρόκειται για ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα της προκατάληψης επιβεβαίωσης. Δηλαδή, της τάσης μας να αναζητούμε, να ερμηνεύουμε και να θυμόμαστε τις πληροφορίες που επιβεβαιώνουν τις ήδη υπάρχουσες πεποιθήσεις μας. Αυτό μπορεί να επηρεάσει την διαδικασία επιλογής ανθρώπινου δυναμικού (Σουρλίγκα, 2024), τις αντιλήψεις μας για προϊόντα (Stone & Wood, 2018), την αξιολόγηση δεδομένων στη διαδικασία σχεδιασμού (Hallihan & Shu, 2013) κ.α.
Μία άλλη πολύ διαδεδομένη γνωστική προκατάληψη είναι αυτή της αγκυροβόλησης που ορίζεται ως η δυσανάλογη επιρροή που ασκείται σε αυτόν που παίρνει μια απόφαση, προς μία τιμή που παρουσιάστηκε αρχικά (Tversky & Kahneman, 1974). Για παράδειγμα, αν μας ρωτούσε κάποιος αν ο πληθυσμός της Φινλανδίας είναι μεγαλύτερος ή μικρότερος από 30 εκατομμύρια (μία πληροφορία με την οποία οι περισσότεροι δεν είμαστε ιδιαίτερα εξοικειωμένοι) και, στη συνέχεια, να δώσουμε μία εκτίμηση για τον συγκεκριμένο πληθυσμό, η εκτίμηση αυτή θα είναι κοντά στα 30 εκατομμύρια, αριθμός που λειτουργεί ως άγκυρα, ακόμη και αν θεωρούμε ότι έχουμε προσαρμόσει την απάντηση μας για να είναι πιο ρεαλιστική (ο πραγματικός αριθμός είναι περίπου 5,5 εκατομμύρια). Τέτοιου είδους υπερ-/υπο-εκτιμήσεις μπορεί να εντοπιστούν σε ερωτήσεις γενικών γνώσεων, εκτιμήσεις πιθανοτήτων, νομικές αποφάσεις, αγορές προϊόντων, διαπραγματεύσεις κ.α. (Furnham & Boo, 2011)
Όλα τα παραπάνω αποτελούν μόνο λίγα παραδείγματα των γνωστικών προκαταλήψεων που ενδέχεται να συναντήσουμε. Μάλιστα, οι συγκεκριμένες γνωστικές τάσεις έχουν τόσο συστηματικό όσο και διαπολιτισμικό χαρακτήρα, χωρίς όμως να έχει αποσαφηνιστεί πλήρως ο τρόπος λειτουργίας και η αιτιολογική τους βάση.

Γιατί σκεφτόμαστε προκατειλημμένα;
Παρά τον μεγάλο αριθμό γνωστικών προκαταλήψεων μπορούμε να εντοπίσουμε κάποιους κοινούς μηχανισμούς στην λειτουργία τους. Σύμφωνα με θεωρίες που βασίζονται στη χωρητικότητα, οι γνωστικές προκαταλήψεις οφείλονται σε περιορισμούς σε διαθέσιμες πληροφορίες και στην ικανότητά μας να επεξεργαζόμαστε πληροφορίες. Έτσι, σε περίπλοκες, ανοίκειες, αβέβαιες και χρονικά περιορισμένες καταστάσεις τείνουμε να χρησιμοποιούμε απλές ευρετικές καθώς μπορούμε να επεξεργαστούμε μόνο ένα περιορισμένο μέρος των διαθέσιμων πληροφοριών (Kortelling & Toet, 2020).
Η περιορισμένη χωρητικότητα των νοητικών πόρων κατά την κωδικοποίηση και επεξεργασία των πληροφοριών, ειδικότερα ως αποτέλεσμα ελλιπής εμπειρίας, προτείνεται ως μια από τις κυρίαρχες επιστημονικές εξηγήσεις, χωρίς να αποτελεί τη μοναδική. Με την ραγδαία εξέλιξη των νευροαπεικονιστικών μεθόδων και του ερευνητικού χώρου μελέτης της νευροευπλαστότητας, της ικανότητας του ανθρώπινου νευρικού συστήματος να τροποποιεί τις διασυνδέσεις του έπειτα από έκθεση στη μάθηση και την εμπειρία, τοποθετείται πλέον στο επίκεντρο του επιστημονικού διαλόγου η ίδια η δομή του ανθρώπινου εγκεφάλου η οποία εξυπηρετεί συγκεκριμένες βιολογικές λειτουργίες πολύτιμες για την αυτοσυντήρηση και διαιώνιση του ανθρώπινου είδους.
Στη πραγματικότητα, σύγχρονα ερευνητικά στοιχεία επιβεβαιώνουν τις βιολογικές βάσεις και τις εξελικτικές ρίζες των συγκεκριμένων μηχανισμών οι οποίοι συνδέονται άρρηκτα με την προαγωγή της επιβίωσης των πρώτων τροφοσυλλεκτών (παλαιολιθική εποχή). Αυτό το νευρωνικό δίκτυο ενδέχεται σε συνθήκες υπερπληθώρας διαθέσιμων πληροφοριών και στενών χρονικών ορίων να αποτελέσει κυρίαρχο τρόπο επεξεργασίας των δεδομένων καθώς απλοποιεί τις γνωστικές διαδικασίες, οδηγώντας σε περισσότερο ή λιγότερο ακριβείς τρόπους αντιμετώπισης του ζητήματος με το οποίο απασχολούμαστε. Με αυτό τον τρόπο είμαστε σε θέση να λειτουργούμε με έναν ορισμένο βαθμό αποδοτικότητας ειδικότερα όταν βρισκόμαστε υπό την πίεση περιβαλλοντικών παραγόντων.

Η θετική όψη του νομίσματος
Είναι σημαντικό να κατανοήσουμε ότι αυτή η απλοποίηση των γνωστικών διαδικασιών δεν οδηγεί πάντοτε σε σφάλματα και κοστοβόρες αποφάσεις. Αντίθετα, έχει αναδειχθεί η σημασία της μάθησης και της απόκτησης εμπειρίας όσον αφορά την ανάπτυξη γνωστικών στρατηγικών που ενδυναμώνουν τα επιθυμητά στοιχεία των γνωστικών προκαταλήψεων (ταχύτητα και διαχείριση πλήθους πληροφοριών συχνά ακόμη και αντικρουόμενων), χωρίς όμως να καταλήγουν σε μεροληπτική διαμόρφωση κρίσεων και κατά συνέπεια εσφαλμένη λήψη αποφάσεων. Ακριβώς όπως οποιαδήποτε δεξιότητα έτσι και στη συγκεκριμένη περίπτωση, η συνεχής επανάληψη αυτών των στρατηγικών οδηγεί στην εξοικείωση και την περαιτέρω αυτοματοποίηση τους και ως εκ τούτου στην αρτιότερη χρήση τους.
Συνοψίζοντας, οι γνωστικές προκαταλήψεις μπορούν να εντοπιστούν σε πολλές πτυχές της καθημερινής ζωής, μπορούν να ερμηνευτούν γνωστικά, βιολογικά και εξελικτικά και διαθέτουν τόσο θετικό όσο και αρνητικό πρόσημο αναφορικά με τον αντίκτυπο τους ανάλογα με τις εκάστοτε συνθήκες στις οποίες εμφανίζονται.
Γράφουν οι Σπύρος Κουτσογιαννόπουλος και Δανάη Φραγκούλη, Εθελοντές Ψυχολόγοι στο Κέντρο Ημέρας IASIS at Centro
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Furnham, A., & Boo, H. C. (2011). A literature review of the anchoring effect. The journal of socio-economics, 40(1), 35-42. https://doi.org/10.1016/j.socec.2010.10.008
Hallihan, G. M., & Shu, L. H. (2013). Considering confirmation bias in design and design research. Journal of Integrated Design and Process Science, 17(4), 19-35. https://doi.org/10.3233/jid-2013-0019
Korteling, J. E., & Toet, A. (2020). Cognitive biases. Encyclopedia of behavioral neuroscience, 3, 610-619. https://doi.org/10.1016/B978-0-12-809324-5.24105-9
Stone, D. F., & Wood, D. H. (2018). Cognitive dissonance, motivated reasoning, and confirmation bias: applications in industrial organization. In Handbook of behavioral industrial organization (pp. 114-137). Edward Elgar Publishing. https://doi.org/10.4337/9781784718985.00011
Tversky, A., & Kahneman, D. (1974). Judgment under Uncertainty: Heuristics and Biases: Biases in judgments reveal some heuristics of thinking under uncertainty. science, 185(4157), 1124-1131. https://doi.org/10.1126/science.185.4157.1124
Σουρλίγκα, Ά. Πως η ασυνείδητη προκατάληψη και οι υποκειμενικές προκαταλήψεις επηρεάζουν την επιλογή και πρόσληψη ανθρώπινου δυναμικού στον 21ο αιώνα. http://dspace.lib.uom.gr/handle/2159/31208

