Τρίτη, 16 Σεπτεμβρίου, 2025

Top 5 This Week

spot_img

Η ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή με μία ματιά

 

Η Ιδεοψυχαναγκαστική ή Ψυχαναγκαστική-Καταναγκαστική Διαταραχή (Obsessive-Compulsive Disorder/ OCD) αφορά το 2-3% του πληθυσμού. Περιλαμβάνει τους ψυχαναγκασμούς και τους καταναγκασμούς. Οι ψυχαναγκασμοί είναι συχνές, ανεξέλεγκτες και επίμονες σκέψεις ή εικόνες που προκαλούν άγχος και βιώνονται από τα περισσότερα άτομα ως παρεισφρυτικές και ανεπιθύμητες. Το άτομο ανταποκρίνεται με παρορμητικές πράξεις (πραγματικές ή νοερές), τους καταναγκασμούς, προκειμένου να καταστείλει ή να εξουδετερώσει τις σκέψεις. Η απάντηση, για παράδειγμα, σε μία ιδεοληψία που αφορά τον κίνδυνο μόλυνσης μπορεί να είναι το συνεχές πλύσιμο των χεριών ή οι επαναλαμβανόμενες κλήσεις στον οικογενειακό ιατρό. Είναι σημαντικό να τονίσουμε ότι το άτομο δεν έχει τη δυνατότητα να ελέγξει ή να αγνοήσει τις σκέψεις αυτές και ο περίγυρος θα πρέπει να δείχνει κατανόηση και συμπόνοια χωρίς να του προσθέτει ενοχές για τις σκέψεις ή τις πράξεις του. Η δυσφορία του ατόμου που νιώθει αναγκασμένο να εκτελεί τους καταναγκασμούς σε απάντηση στις σκέψεις του είναι πέρα για πέρα αληθινή. Η γνώση που προέρχεται από την κλινική πράξη και την ενασχόληση των ειδικών με το σκληρό ή βίαιο περιεχόμενο των ενορμήσεων των συγκεριμένων ατόμων αυξάνει τη συμπόνοια και την κατανόηση για αυτούς και είναι καλό να μοιράζεται με το ευρύ κοινό.

Η ιδεοψυχανακαστική διαταραχή έχει πολλά κοινά στοιχεία με την κατάθλιψη, ως προς τα δυσφορικά συναισθήματα κυρίως, αλλά και με τις ψυχώσεις στο κομμάτι των εμμονών. Αυτό που την διαφοροποιεί από τις άλλες διαταραχές είναι ο παράξενος και παράλογος τρόπος σκέψης, για τον οποίο υπάρχει επίγνωση από το άτομο, καθώς και οι καταναγκαστικές ενέργειες που δεν φαίνεται να συνδέονται πάντα λογικά με τις σκέψεις. Πράξεις όπως ο τζόγος κατ’ εξακολούθηση, η κατάχρηση αλκοόλ ή φαγητού δεν πρέπει να θεωρούνται καταναγκασμοί, γιατί προσφέρουν ευχαρίστηση στο άτομο. Αντίθετα, οι καταναγκασμοί δεν προσφέρουν ανταμοιβή και ευχαρίστηση, αλλά ανακουφίζουν από το υπέρμετρο άγχος και δυσφορία.

Πολλά άτομα με ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή έχουν διογκωμένη αίσθηση ευθύνης, μία τάση να υπερεκτιμούν τον κίνδυνο, τελειομανία, έλλειψη ανοχής στην αβεβαιότητα και δίνουν υπερβολική προσοχή στη σκέψη τους θεωρώντας πως μία ανεπίτρεπτη για το αξιακό τους σύστημα σκέψη ισοδυναμεί με μία απαγορεμένη πράξη. Βρίσκονται διαρκώς σε προσπάθεια να ασκήσουν έλεγχο στη σκέψη τους.

Η OCD ταξινομείται στις νευρώσεις στα διεθνή συστήματα ταξινόμησης ψυχικών διαταραχών και η αντιμετώπιση προσομοιάζει αυτή των αγχωδών και καταθλιπτικών διαταραχών. Υπάρχουν συγκεκριμένα κριτήρια με τα οποία ένας ψυχολόγος ή ψυχίατρος κάνει τη διάγνωση της διαταραχής. Εμφανίζεται συνήθως στην τρίτη δεκαετία της ζωής και είναι συχνότερη στους άνδρες. Υπάρχει και η εκδήλωση στην παιδική ηλικία σε παιδιά 2-10 ετών. Έχουν βρεθεί επαρκείς ενδείξεις γενετικής αιτιολογίας. Για παράδειγμα, το 50% των ασθενών έχει κάποιον πρόγονο με OCD. Μπορεί να συνυπάρχει με τη διαταραχή μυοσπασμάτων (τικ), το σύνδρομο Tourette και την σχιζοφρένεια. Ακόμη, εμφανίζεται με μεγαλύτερη συχνότητα σε ασθενείς με κατάθλιψη και άλλη αγχώδη διαταραχή συγκριτικά με το γενικό πληθυσμό.

Μελέτες νευροαπεικόνισης αναδεικνύουν ένα συγκεκριμένο πρότυπο δυσλειτουργίας στον εγκέφαλο αυτών των ασθενών, όπου μία διαταραχή στην επικοινωνία του μετωπιαίου λοβού με υποφλοιώδεις δομές φαίνεται να ευθύνεται για την αδυναμία του ατόμου να αναστείλει συμπεριφορές που δεν είναι κοινωνικά κατάλληλες, όπως οι καταναγκασμοί. Έχει προταθεί ως αιτιολογία και η δυσλειτουργία του συστήματος, στο οποίο συμμετέχει ο νευροδιαβιβαστής σεροτονίνη. Τέλος, σύμφωνα με τους συμπεριφοριστές, η ανακούφιση από το άγχος που ακολουθεί την καταναγκαστική συμπεριφορά (π.χ. το πλύσιμο των χεριών) αυξάνει τις πιθανότητες να επαναληφθεί αυτή η συμπεριφορά κάθε φορά που εμφανίζεται μία ψυχαναγκαστική σκέψη. Είναι στην ουσία ένας υπερμαθημένος τρόπος αντίδρασης στις σκέψεις που ταλαιπωρούν το άτομο με OCD.

Οι συνηθέστεροι ψυχαναγκασμοί σχετίζονται με το φόβο πιθανής μόλυνσης, σεξουαλικές ή επιθετικές παρορμήσεις και φόβο για βλάβη ή τραυματισμό του εαυτού ή των άλλων. Οι συνηθέστεροι καταναγκασμοί έχουν να κάνουν με την καθαριότητα, τον έλεγχο, την καταμέτρηση και τη συσσώρευση αντικειμένων. Συνήθως υπάρχει έως ένα βαθμό αναγνώριση ότι οι πράξεις είναι υπερβολικές σε σχέση με το στόχο τους ή αδικαιολόγητες. Αυτό είναι θετικό, γιατί βοηθάει τα άτομα να καταλάβουν το παράλογο του φόβου και του τρόπου διαχείρισης που επιλέγουν αναζητώντας εν τέλει θεραπεία.

Αυτό που περισσότερο ταλαιπωρεί το άτομο με ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή είναι ότι αφιερώνει μεγάλο μέρος από το χρόνο του στην μη δημιουργική εκτέλεση των καταναγκαστικών πράξεων για να προστατευτεί από κάποια υποτιθέμενη απειλή.  Ασθενείς με ήπια ή μέτρια συμπτώματα περνούν 1-3 ώρες την ημέρα απορροφημένοι από τις εμμονές ή εκτελώντας καταναγκαστικές ενέργειες. Στο γραφείο του ψυχολόγου ξεδιπλώνουν το κουβάρι της διαταραχής περιγράφοντας πόσο ανυπόφορο είναι να είναι αναγκασμένοι να εκτελούν κάποιες πράξεις (π.χ. μέτρημα από μέσα τους/προσευχή) για να εξουδετερώσουν κάποιο επικείμενο κακό, όπως το να πάθουν κάτι τα δικά τους άτομα. Επιπρόσθετα, ο αιφνίδιος και απροσδόκητος χαρακτήρας των ιδεοληψιών που εισβάλλουν στη ζωή σε ανύποπτο χρόνο, όπως όταν το άτομο εργάζεται ή βρίσκεται εκτός σπιτιού προκαλεί την έντονη διατάραξη της καθημερινότητάς του και μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα απώλειες σε εργασιακό ή διαπροσωπικό επίπεδο. Σκεφτείτε κάποιον να μην μπορεί να δουλέψει ή να διασκεδάσει με φίλους λόγω των ταλανιστικών σκέψεων που διακόπτουν συνεχώς τη ροή της συνείδησής του και τον αναγκάζουν να προβεί σε συγκεκριμένες, παράξενες για τον υπόλοιπο κόσμο, ενέργειες.

Το σίγουρο είναι ότι κανείς δεν θέλει να έχει έμμονες ιδέες βίαιου ή σεξουαλικού περιεχόμενου οποιαδήποτε ώρα της ημέρας ή να αναγκάζεται να πλένει τα χέρια του 300 φορές την ημέρα. Το κόστος για την κοινωνική επιβίωση του ατόμου με OCD είναι τεράστιο, αν δεν υπάρξει μία στοχευμένη παρέμβαση που θα το βοηθήσει να ελέγχει κατά το δυνατόν τις αντιδράσεις του. Υπάρχει, όμως, ριζική αντιμετώπιση; Η ιδανική επιλογή θεραπείας είναι ο συνδυασμός ψυχιατρικής παρακολούθησης και ψυχολικής θεραπείας. Η φαρμακευτική αγωγή με αντικαταθλιπτικά σε συνδυασμό με γνωστική-συμπεριφορική θεραπεία είναι σε μεγάλο βαθμό μία αποτελεσματική και ενδεδειγμένη αντιμετώπιση. Τα φάρμακα που προτιμώνται είναι οι εκλεκτικοί αναστολείς επαναπρόσληψης σεροτονίνης (SSRIs), καθώς έχουν τις λιγότερες παρενέργειες. Ο πάσχων ανακουφίζεται στο 90% των περιπτώσεων  και μαθαίνει να αναγνωρίζει δυσλειτουργικά μοτίβα σκέψης και να τα τροποποιεί ανάλογα, ενώ παράλληλα με μικρές αλλαγές στον τρόπο ζωής καθίσταται όλο και πιο ικανός για μία ευτυχισμένη και ανεξάρτητη ζωή. Η γνωστική-συμπεριφορική θεραπεία βασίζεται στην έκθεση στο ερέθισμα που προκαλεί άγχος και στην συνέχεια την παρεμπόδιση εκτέλεσης του καταναγκαστικού τελετουργικού (exposure-response prevention therapy). Η ψυχοεκπαίδευση, επίσης, συμβάλλει στη διεύρυνση της κατανόησης της διαταραχής από το άτομο. Πέρα από τη χρήση εξειδικευμένων τεχνικών και παρεμβάσεων και ανεξαρτήτως θεραπευτικού μοντέλου, προβλεπτικός παράγοντας της έκβασης της θεραπείας είναι η εδραίωση μίας ισχυρής θεραπευτικής συμμαχίας θεραπευτή-θεραπευόμενου. Όταν μιλάμε για θεραπευτική συμμαχία αναφερόμαστε στην συνεργασία θεραπευτή-θεραπευόμενου για την αντιμετώπιση του προβλήματος του δεύτερου μέσω της θέσπισης από κοινού συγκεκριμένων στόχων και δραστηριοτήτων θεραπείας, καθώς και στην συναισθηματική σύνδεση που είναι αναπόσπαστο κομμάτι της θεραπευτικής σχέσης και καθρεφτίζει τον τρόπο που συνδέεται ο θεραπευόμενος με τους σημαντικούς άλλους στη ζωή του.  Η θεραπευτική συμμαχία, ειδικά για τους ασθενείς με OCD, έχει αποδειχθεί απαραίτητος παράγοντας για την ύφεση των συμπτωμάτων.

Η διαταραχή συνήθως υφίσταται εφ΄ όρου ζωής, έχει τη μορφή επεισοδίων, με ατομικές διαφορές ως προς τη συχνότητα και βαρύτητα των επεισοδίων. Η πρόγνωση είναι χειρότερη για τους άνδρες, όσους είχαν πρώιμη έναρξη, βαρύτερα συμπτώματα, προνοσηρή ψυχαναγκαστική διαταραχή προσωπικότητας ή διαταραχή τικ. Γενικά η ύπαρξη οποιασδήποτε συννοσηρότητας συνδέεται με χειρότερη πρόγνωση. Σε κάθε περίπτωση η ψυχολογική θεραπεία μπορεί να βοηθήσει το άτομο με OCD να μειώσει τους καταναγκασμούς, να ελέγχει τα συναισθήματά του μέσω της αυτορρύθμισης και να είναι πιο λειτουργικό και ευτυχισμένο στη ζωή του, κάτι που είναι πολύ σημαντικό όχι μόνο για το ίδιο, αλλά και την οικογένειά του. Όλοι αξίζουν εκείνη τη θεραπεία που θα τους διευκολύνει να επιτύχουν τους στόχους τους και να έχουν ποιότητα ζωής και ευεξία.

 

American Psychiatric Association (2013). Diagnostic and Statistical Manual of Mental Disorders (DSM-5-TR): American Psychiatric Pub.

Fadem, B. (2014). BRS Behavioral Science (Board Review Series). Baltimore, MD: Lippincott Williams & Wilkins.

International Statistical Classification of Diseases and Related Health Problems (2006). 10th Revision (ICD-10) – WHO Version.

Katona, C., Cooper, C., & Robertson, M. (2012). Psychiatry at a glance: John Wiley & Sons.

Kring, A. M., Davison, J. C., Neale J. M., & Johnson, S. L. (2010). Ψυχοπαθολογία. Αθήνα: Gutenberg.

Martin, G. N. (2011). Νευροψυχολογία Εγκέφαλος και Συμπεριφορά. Αθήνα: Εκδόσεις Έλλην.

Oakley, C., & Malik, A. (2010). Rapid Psychiatry (Vol. 16): John Wiley & Sons.

Pinel, J. P. J. (2011). Βιοψυχολογία. Αθήνα: Έλλην.

Rafii, M., & Cochrane, T. (2010). First Aid for the Neurology Boards. New York: McGraw-Hill.

Wolf, N., Oppen, P. V., Hoogendoorn, A. W., Balkom, A. J. V., & Visser, H. A. (2022). Therapeutic Alliance and Treatment Outcome in Cognitive Behavior Therapy for Obsessive-Compulsive Disorder. Frontiers in psychiatry, 13, 658693.

Γράφει η Λάφη Χρυσή, Ψυχολόγος MSc

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

Popular Articles