Α-συναίσθητα
Ασυναίσθητα κλείνω τα αφτιά μου πλέον, γιατί κάποιος μου είπε εσύ μην ακούς. Χωρίς να μου πει κλείσε τα αφτιά σου.
Λες και μπορώ να μην ακούω, ενώ έχω τα αφτιά μου ανοιχτά.
Ασυναίσθητα πλέον κλαίω και μετά συνεχίζω την ζωή μου χαρίζοντας τα δάκρυά μου στη λήθη, που μάλλον είναι ένα δωμάτιο γεμάτο παλιά κουτιά.Γεμάτο όμορφα, αλλά κυρίως παλιά σκονισμένα κιβώτια με λάσπη.
Η λάσπη όμως δεν ήταν πάντοτε παχύρευστη. Κάποιος της έβαλε αρκετό νερό. Αρκετό υγρό. Κακό υγρό, που την χάλασε.
Σαν ένα πανί, πρέπει να αφήσει όλο το νερό να φύγει. Να αδειάσει σιγά σιγά ώσπου να βρει τα δικά της όρια. Εκείνο το σημείο που αυτή επιλέγει για να αφήσει όλα τα άνθη της επιλογής της να ανθίσουν εκεί μέσα. Να ανθίσει και αυτή.
Αν με ρωτάς αν η λάσπη ανθίζει θα σου πω ναι.
Ξέρεις γιατί;
Γιατί αυτή δίνει την αρχή για να δημιουργηθεί το δέντρο οπότε πώς θα γινόταν να μην ανθίζει; ή μάλλον να μην συμμετέχει στην διαδικασία, την τόσο μαγική που μεγαλώνει ένας σπόρος σπυρί σπυρί.
Τα ματιά μου κοιτούν στην ανοιχτή φωτεινή οθόνη και ανασαίνω.
Πίνω λίγο και αφήνομαι στις λέξεις. Τίποτα παραπάνω, τίποτα λιγότερο.Ηρεμώ. Εξάλλου δεν έχω τι άλλο να κάνω.
Νιώθω τόσο μόνη και είναι τόσο οικείο.
Έμαθα και να μην ακούω. Οπότε άργησα να γράφω και να υπογράφω την καταδίκη μου.
Αν δεν μιλώ. Φοβάμαι μερικές φορές. Χάνομαι στο χθες, υπερ-αναλύω όλα τα προχθές.
Μεταξύ μας, σκέφτομαι την λέξη α-συναίσθητα και απορώ για τον τρόπο με τον οποίο μεγαλώσαμε.
Απαντώ «Α-ΣΥΝΑΙΣΘΗΤΑ».
Άραγε καταλάβαμε; άραγε επιλέξαμε; άραγε μάθαμε;
Μιλήσαμε ασυναίσθητα, παίξαμε ασυναίσθητα. Ζούσαμε ασυναίσθητα. Ζούμε ασυναίσθητα.
Και απορώ ακόμα γιατί φοβόμαστε τον θάνατο.
Απορώ γιατί φοβόμαστε να είμαστε ένα πτώμα.
Ασυναίσθητα όλα στη ζωή,
Ας πούμε ότι στον θάνατο μπορεί και να ξυπνήσουμε.
Μεταξύ μας, εγώ δεν θέλω να ζω έτσι, άλλωστε για αυτό ζω στον κόσμο μου.
Κρίμα όμως ή και όχι. γιατί στον κόσμο μου βλέπω και άλλους κόσμους, λίγοι με εμπνέουν.
Οι περισσότεροι με αηδιάζουν, με πονάνε, με κάνουν να αναρωτιέμαι.
Ίσως με κάποιο τρόπο με βοηθούν να δω καλύτερα τον δικό μου, αυτόν που χτίζω μαζί με το παιδί μέσα μου. Το παιδί που πάντοτε ήξερε την αλήθεια αλλά δεν είχε μάθει να μιλά.
Γράφοντας όλα αυτά, σκέφτομαι γιατί ρωτάμε σε παρέες «εσύ πότε μίλησες πρώτη φορά;» ή «εσύ περπάτησες ή μίλησες πρώτα;» λες και μιλήσαμε ποτέ, ασυνείδητες λέξεις από το στόμα μας, από παιδιά μέχρι ενήλικες.
Πολύ απλά αν τα λέγαμε συνειδητά όλα δεν θα υπήρχε η λέξη ασυναίσθητα. Κάπου την έχουμε ακούσει, κάπου την αισθανθήκαμε και μάντεψε, όποιος την είπε δεν θα ήταν για καλό.
Πόσες φράσεις μέσα στο μυαλό μας; Πόσες ασυνείδητες λέξεις; Πόσες ασυναίσθητες στιγμές;
Και φαντάζομαι, ο κόσμος θα ήταν πιο γεμάτος εάν όλα ήταν συνειδητά και με το συναίσθημα… συντροφιά.
Ονειρεύομαι και πάλι… φαντάζομαι… αυτά που δεν γίνονται.
Είμαι εγώ.
Επιλέγω να επικοινωνώ γράφοντας αυτά που ζω.
Γράφει η Ελισάβετ Παπαδοπούλου