Κ-ΕΓΩ-ΜΑΙ
Όλα θα καούν Αμίλητοι και άπληστοι, με βαρίδιο τη ζωή και έτσι θα κουβαλάμε τις δικές μας αναμνήσεις.
Πώς άραγε εσύ αυτές να θέλεις να τις σβήσεις; όσο και να καίγεται η γη το μυαλό τις θυμάται με στοργή και ηρεμία, μέσα σε όλη αυτή την υπαρκτή νηνεμία.
Νηνεμία, άπνοια, απελπισία.
Αέρας θα γίνουμε μετά τη στάχτη και θα υπάρχουμε χωρίς μίλια.
Άλλωστε και τώρα έτσι ζούμε όπως όταν ήμασταν μικρά.
Μήπως τότε θα ήταν καλύτερα να ήμασταν αερικά; τουλάχιστον δεν θα βλέπαμε τον κόσμο να καταρρέει ολοκληρωτικά.
Η μόνη αίσθηση θα ήταν αυτή της ψυχής, της αλήθειας της μοναδικής.
Μόνο το πνεύμα μας θα λειτουργούσε.
Άλλωστε υπολειτουργεί στην ” αληθινή ” ζωή.
Τι είναι αληθινό, τι ψεύτικο, τι τραγικό… σκέφτομαι και απορώ δεν ξέρω ώρες ώρες τι να πράξω.
Μεταξύ μας, πάντοτε ήθελα να πετάξω.
Ίσως με αυτό τον τρόπο με βοηθώ.
Ίσως αδιαφορώ.
Ίσως απλώς παρατηρώ.
Είμαι εγώ. Κ-εγω-μαι.
Πάντως νομίζω λίγο ζω. Αγγίζω την ψυχή ακόμα και αν κάνω αποχή από την αηδιαστική, καμένη μας ζωή. Δάσος, λουλούδια, πουλιά και χρώματα γίνονται γκρίζα και εσύ υπεύθυνος για να προσθέσεις λίγο χρώμα.
Μα καλά… πώς θα προσθέσεις αν δεν έχεις φτιάξει, αν δεν έχεις ψάξει.
Αν δεν είσαι ψαγμένος, μαγεμένος στην δημιουργία ενός χρώματος που θα αφήσεις πίσω σου.
Πριν το δικό σου πνεύμα καταλήξει ένα μικρό αερικό. Να πετάει από εδώ. Να πετάει από εκεί.
Έννοια σου και εκεί κάτι θα ψάχνει να βρει.
Τότε ίσως γνωρίσει καλύτερα τη ζωή.
Ακόμα και αν έχει τρομάξει στην αρχή. Μετά θα το βρει. Γιατί θα έχει αντοχή. Αληθινή. Χρωματιστή.
Όταν γράφω κ-εγω-μαι και χάνομαι, άραγε που να γράφω… στο α΄ενικό… στο β΄ενικό ή μήπως για όλα να χρησιμοποιώ πληθυντικό;
Αν κάτι δεν σου κολλάει στη δική μου τη γραφή, μην απελπίζεσαι μπορεί να είναι στάχτη. Εξάλλου η φωτιά υπάρχει. Και είναι πορτοκαλί. Έντονο.
Γράφει η Ελισάβετ Παπαδοπούλου